- συγκαταπίπτει
- σύν , κατά , ἀπό-ἴπτομαιpress hardpres ind mp 2nd sgσυγκαταπί̱πτει , σύν-καταπίπτωfallpres ind mp 2nd sgσυγκαταπί̱πτει , σύν-καταπίπτωfallpres ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.